Σερβία - Βικιλεξικό

↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | Σερβία | οι | Σερβίες |
γενική | της | Σερβίας | των | Σερβιών |
αιτιατική | τη | Σερβία | τις | Σερβίες |
κλητική | Σερβία | Σερβίες | ||
Συνήθως στον ενικό. | ||||
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Σερβία < Srbi <ίσως συγγενές με το λατινικό servare (προστατεύω, φυλάσσω, υπηρετώ) • Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;

Σερβία θηλυκό
- κράτος της νοτιοανατολικής Ευρώπης, το οποίο εκτείνεται στα κεντρικά Βαλκάνια. Είναι το ένα από τα δύο κράτη που απάρτιζαν την περίοδο 2003-2006 το ομοσπονδιακό κράτος Σερβία και Μαυροβούνιο με πρωτεύουσα το Βελιγράδι, επίσημη γλώσσα τη Σερβική και νόμισμα το δηνάριο